Τρία ποιήματα του Ισμαήλ Κανταρέ | μεταφρασμένα στα ελληνικά.
Ως λάτρης της λογοτεχνίας και της μετάφρασης, αποφάσισα το σημερινό άρθρο να είναι πιο ξεχωριστό και ασυνήθιστο, σε σχέση με τα προηγούμενα που έχουν γραφτεί από εμένα. Καθώς έχω και την τύχη να έχω την αλβανική γλώσσα ως μητρική μου, μπορώ, λοιπόν, να απολαμβάνω τα έργα του Ισμαήλ Κανταρέ στο πρωτότυπό τους. Γι' αυτό, στο συγκεκριμένο άρθρο, θα σας συστήσω με έναν από τους πιο γνωστούς Αλβανούς συγγραφείς και από τους πιο σημαντικούς για την αλβανική λογοτεχνία.
Ο Ισμαήλ Κανταρέ γεννήθηκε στο Αργυρόκαστρο το 1936. Σπούδασε φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου των Τιράνων και στο Ινστιτούτο Λογοτεχνίας "Γκόρκι" στη Μόσχα. Έχει ασχοληθεί με την ποίηση, με τα δοκίμια αλλά τα κύρια έργα του είναι μυθιστορήματα. Υπήρξε ο πρώτος Αλβανός συγγραφέας που έγινε διεθνώς γνωστός, έχοντας τα έργα του μεταφρασμένα σε περισσότερες από 15 γλώσσες και κατέχοντας τα μεγαλύτερα λογοτεχνικά βραβεία. Πιο συγκεκριμένα, το 2005 τιμήθηκε με το βραβείο Man Booker International για το σύνολο του έργου του, και το 2009 με το ισπανόφωνο Νόμπελ, Premio Principe de Asturias de las Letras, ενώ την ίδια χρονιά έλαβε και το βραβείο Balkanika για το μυθιστόρημά του που μεταφράστηκε στα γαλλικά με τίτλο "L’ Entravee: requiem pour Linda B." ("Η αποκλεισμένη: ρέκβιεμ για τη Λίντα Μπ.").
Παρακάτω θα βρείτε τρία ποιήματά του στην ελληνική τους απόδοση.
Μετάφραση: Οργκέσα Κοδελάι
Κρύσταλλος
(Kristal)
Πάει καιρός να ιδωθούμε και νιώθω,
πώς να σε ξεχάσω εγώ βραδύς,
πώς για εμένα πεθαίνει η ανάμνησή σου,
τα μαλλιά σου και το καθετί;
Τώρα ψάχνω πάνω κάτω,
μέρος κάπου να σε παρατήσω,
μια στροφή, μια νότα, ένα μπριγιάν,
όπου να σε αφήσω, να φύγω αφού σε φιλήσω.
Κι' αν δεν σε δεχτεί κανένας τάφος
ούτε μαρμάρου κι ούτε κρυστάλλου,
μήπως θα πρέπει εγώ να σε φυλάξω
μισή νεκρή, μισή ζωντανή.
Κι αν λάκκο δεν βρω για να σε θάψω
θα βρω ένα κτήμα ή λιβάδι
όπου απλόχερα σαν γύρη
παντού, παντού να σε μοιράσω.
Θα σε απατήσω ίσως με τέτοιο τρόπο,
θα σε φιλήσω, θα σε αφήσω χωρίς επιστροφή,
και δεν θα γνωρίζουμε ούτε εμείς κι ούτε κανείς,
λήθη ήταν, ή δεν ήταν λήθη.
Στο χειμερινό στούντιο (1985)
(Në studion dimërore 1985)
Όποτε η βροχή στο γυαλί θα χτυπά,
εσύ θα έρχεσαι εδώ και ας μην έρθεις.
Είτε σαν μουσική, σαν λύπη ή βάσανο βαρύ,
εγώ θα σε αναγνωρίσω και θα σηκωθώ αμέσως.
Και σαν εκείνον που απ' το κοχύλι το μαργαριτάρι παίρνει,
από τη μουσική, το βάσανο ή τον θάνατο θα σε βγάλω.
Η τελευταία νύχτα στη Μόσχα
(Mbrëmja e fundit në Moskë)
Στην τσέπη, το εισιτήριο του αεροπλάνου.
Αύριο φεύγω.
Αυτό είναι οριστικό, αγαπημένη.
Στη σιδερένια πόρτα του ασανσέρ
σε συνόδευσα για τελευταία φορά.
Θα ξανά ιδωθούμε άραγε;
Φιληθήκαμε.
Χείλη σαν μέταλλα.
Αντίο, λοιπόν!
Σαν προς τα ουράνια, σε ανέβασε στο σκοτάδι το ασανσέρ.
Πηγή πληροφοριών: biblionet.gr
IG: @orgesa.kodhelaj
Comments
Post a Comment